Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Τροπολογία με την οποία καταργούνται τρεις διατάξεις, που αφορούν τη θεσμοθέτηση του βάσιμου λόγου απόλυσης εργαζομένου, τη συνυπευθυνότητα για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας μεταξύ αυτού που αναθέτει την εκτέλεση μιας εργασίας ή ενός έργου και του εργολάβου που αναλαμβάνει το έργο ή του υπεργολάβου, καθώς και αλλαγές στις ημερομηνίες στην περίπτωση της συμφιλιωτικής διαδικασίας μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη, έφερε χθες το υπουργείο Εργασίας στη Βουλή.
Σύμφωνα με την εκτίμηση της κυβέρνησης, η κατάργηση αυτών των διατάξεων έχει ως βασικό στόχο τη δημιουργία πολλών νέων θέσεων εργασίας, την αποτελεσματική προστασία των υφιστάμενων θέσεων εργασίας, αλλά και την ταχύτερη εκδίκαση των εργατικών υποθέσεων που φθάνουν στα δικαστήρια.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, η νομοθεσία που εισήγαγε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Μάιο με τον νόμο 4611/19 (άρθρα 48 και 49) επιδεινώνει «ραγδαία μια βασική παθογένεια του ελληνικού συστήματος, τις καθυστερήσεις στην έκδοση δικαστικών αποφάσεων που φτάνουν να τελεσιδικούν έπειτα από μεγάλο χρονικό διάστημα 2-5 ετών». Επίσης, ένα από τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης για την κατάργηση της διάταξης περί «βάσιμου λόγου απόλυσης», είναι ότι σε περίπτωση που για το κύρος της καταγγελίας μιας σύμβασης εργασίας καταστεί υποχρεωτική η αναγραφή του «βάσιμου λόγου της καταγγελίας» που αφορά το πρόσωπο του εργαζόμενου, τότε αυτός ο εργαζόμενος είναι εκτεθειμένος στον κίνδυνο της διαπόμπευσης, καθώς στο κείμενο της καταγγελίας θα αναγράφεται ρητά ότι δεν είναι κατάλληλος για τη θέση εργασίας, ή ότι η συμπεριφορά του δημιουργεί προβλήματα. Να επισημανθεί ότι το κείμενο της καταγγελίας μιας σύμβασης εργασίας περιέρχεται και εις γνώσιν τρίτων (π.χ. σε δικαστικούς επιμελητές, γείτονες σε περίπτωση θυροκόλλησης, πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος ή στους συναδέλφους).
Η κατάθεση των συγκεκριμένων ρυθμίσεων από τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γιάννη Βρούτση, προκάλεσε την έντονη αντίθεση όλων των κoμμάτων της αντιπολίτευσης, τα οποία αποχώρησαν από τη διαδικασία της συζήτησης, κάνοντας λόγο για μη σεβασμό των θεσμών.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «καταργεί τον “κόφτη” στις προσλήψεις που έβαλε η προηγούμενη κυβέρνηση, καθώς, ενδεικτικά, τον Ιούλιο 2019 το ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων ήταν αρνητικό κατά 14.691 θέσεις. Δεν μπορεί να γίνει δεκτή καμία τεχνητή απώλεια θέσεων εργασίας λόγω αναποτελεσματικών κυβερνητικών ρυθμίσεων. Γι’ αυτό καταργούμε άμεσα το άρθρο 48 πριν προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ζημία.
Η αγορά μεσοπρόθεσμα αν δεν καταργούσαμε το άρθρο αυτό θα αντιδρούσε με υπέρμετρη ελαστικοποίηση των όρων εργασίας ιδίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Ελαστικοποίηση που θα σήμαινε μαζική μετατροπή σχέσεων εργασίας σε ορισμένου χρόνου,σε συμβάσεις έργου, σε υπεργολαβίες και τελικά σε σημαντική ενίσχυση της “μαύρης”, αδήλωτης, εργασίας».
Οι επίμαχες τροπολογίες
Με τη δεύτερη τροπολογία (η πρώτη αφορούσε το ανώτατο πλαφόν για τις συντάξεις) που κατέθεσε χθες στη Βουλή το υπουργείο Εργασίας, καταργούνται τρεις διατάξεις της εργασιακής νομοθεσίας που ψηφίστηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση και αφορούν στα εξής θέματα:
1. στο βάσιμο λόγο ως σωρευτικό κριτήριο για το έγκυρο της καταγγελίας της εργασιακής σχέσης εργαζόμενου (άρθρο 48 του ν.4611/2019)
2. στην ευθύνη αναθέτοντος εργολάβου και υπεργολάβου έναντι των εργαζομένων (άρθρο 9 ν.4554/2018)
3. στην αναστολή προθεσμιών κατά τη συμφιλιωτική διαδικασία και τη διαδικασία επίλυσης εργασιακών διαφορών (άρθρο 58 ν, 4611/2019).
Για τις προαναφερόμενες ρυθμίσεις έχει υπάρξει έντονη αντίδραση από την πλευρά των εργοδοτικών οργανώσεων, ενώ μόλις πριν από δύο μήνες και η έκθεση της Κομισιόν είχε εκφράσει επιφυλάξεις σχετικά με το θέμα της θεσμοθέτησης του «βάσιμου λόγου απόλυσης».
Ευθύνη αναθέτοντος εργολάβου
Αναφορικά με την ευθύνη αναθέτοντος εργολάβου και υπεργολάβου έναντι εργαζομένων, στην αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι καταργείται η διάταξη του άρθρου 9 του ν. 4554/2018, με την οποία επιχειρήθηκε η γενική νομοθετική ρύθμιση για την κοινή και αλληλέγγυα ευθύνη αναθέτοντος εργολάβου και υπεργολάβου έναντι των εργαζομένων η οποία στην πράξη προκάλεσε εκτεταμένη σύγχυση και δυσκολίες εφαρμογής. Οι δυσκολίες εφαρμογής, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, είχαν ως αποτέλεσμα, αφενός την άμβλυνση της προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων έναντι του εργοδότη προς τους αντισυμβαλλομένους του στο πλαίσιο συμβάσεων εκτέλεσης έργων, παροχής υπηρεσιών κ.λπ., αλλά και των σχέσεων αυτών με τρίτους στο πλαίσιο συμβάσεων υπεργολαβίας. Αναφέρεται επίσης ότι η διάταξη πρέπει να καταργηθεί ώστε να είναι σαφής η ευθύνη του εργοδότη έναντι των εργαζομένων που αυτός απασχολεί, ανεξαρτήτως των συμβατικών σχέσεων που αναπτύσσει ο εργοδότης με τρίτους ως επιχειρηματίας.