Συνεχίζονται οι αντιδράσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας για τα κολέγια
Ολα τα ρεκόρ αναμένεται να «σπάσει», ο αριθμός των εκπαιδευτικών, που θα
διεκδικήσει μια μόνιμη θέση διορισμού στα δημόσια σχολεία. Ο αριθμός των αιτήσεων προβλέπεται να φτάσει στις 150.000 για τις 5.250 θέσεις, που έχουν ήδη προκηρυχθεί απο το ΑΣΕΠ . Ταυτόχρονα όμως συνεχίζονται οι σφοδρές αντιδράσεις, στην απόφαση της κυβέρνησης, να δώσει τη δυνατότητα και σε αποφοίτους κολεγίων να διεκδικήσουν μια θέση στα δημόσια σχολεία . Για αύριο Τρίτη (21 Ιανουαρίου) όλες οι εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες έχουν προαναγγείλει στάσεις εργασίας και συγκέντρωση διαμαρτυρίας στα Προπύλαια ζητώντας απο την κυβέρνηση ν΄αποσύσει τη σχετική ρύθμιση απο το νομοσχέδιο, το οποίο αναμένεται να ψηφισθεί απο τη Βουλή.
Το ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών για τους συγκεκριμένους διορισμούς είναι τεράστιο και όπως εκτίμησε και η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, «μπορεί να υπερβούμε τους 150 χιλιάδες υποψηφίους», είπε χαρακτηριστικά η υπουργός, ενώ για το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης της διαδικασίας διορισμών η είπε πως αυτό εξαρτάται από το ΑΣΕΠ και τον αριθμό των αιτήσεων.Σχετικά με τους επικείμενους διορισμούς 4.500 εκπαιδευτικών στην Ειδική Αγωγή είπε πως η διαδικασία προχωρά γρήγορα.
Στο μεταξύ όμως οι αντιδράσεις των εκπαιδευτικών και των πανεπιστημίων συνεχίζονται ζητώντας επιτακτικά την απόσυρση της διάταξης για τα κολέγια. Η Κοσμητεία της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών σε ανανκοινωσή της υπογραμμίζει οτι δεν μπορούσαμε να «φανταστούμε ότι το υπουργείο Παιδείας θα πρότεινε διάταξη (άρθρο 50 νομοσχεδίου) με την οποία οι απόφοιτοι των κολεγίων θα θεωρούνταν αυτομάτως ισότιμοι με τους απόφοιτους και τις απόφοιτες των πανεπιστημιακών τμημάτων. Η Φιλοσοφική σχολή τονίζει οτι :Είναι συνταγματικά ανισότιμη η διάταξη, που δίνει το δικαίωμα στους απόφοιτους και τις απόφοιτες των κολεγίων να διοριστούν ως εκπαιδευτικοί στη δημόσια εκπαίδευση, χωρίς προηγούμενη αναγνώριση των επαγγελματικών ή ακαδημαϊκών προσόντων τους. Τη στιγμή που χιλιάδες απόφοιτοι/-ες των «καθηγητικών» και των παιδαγωγικών σχολών συνωστίζονται για μια θέση στο δημόσιο, είναι άδικο να εξομοιώνονται με συνομηλίκους τους, οι οποίοι/-ες ούτε τα απαραίτητα ακαδημαϊκά προσόντα διαθέτουν ούτε την απαιτούμενη πιστοποίηση της παιδαγωγικής και διδακτικής επαρκείας.Για όλους τους παραπάνω λόγους ζητούμε από το Υπουργείο Παιδείας να αποσύρει τη σχετική διάταξη και να προχωρήσει, με βάση και την Έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για την αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων, σε διαβούλευση με τα Πανεπιστήμια, με σκοπό την επίτευξη της συνταγματικής ισότητας, που θα οδηγήσει και στην ουσιαστική βελτίωση της ποιότητας της δημόσιας εκπαίδευσης.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ.
Πανεκπαιδευτικό Συλλαλητήριο στα Προπύλαια την Τρίτη 21/1 στις 12.30 και πορεία στη Βουλή ενάντια στο νομοσχέδιο με 3ωρη στάση εργασίας 11πμ – 2μμ., διοργανώνουν οι κορυφαίας συνδικαλιστικές οργανώσεις των εκπαιδευτικών ΟΛΜΕ, ΔΟΕ και ΟΙΕΛΕ, για την ερχόμενη Τρίτη , στις 12:30 το μεσημέρι , στα Προπύλαια, ενάντια στην ψήφιση Σχεδίου Νόμου που εξισώνει τα πτυχία των κολλεγίων με των Πανεπιστημίων για τον διορισμό των εκπαιδευτικών στα σχολεία.
Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΟΛΜΕ (καθηγητές)
«H κυβέρνηση κατέθεσε αιφνιδιαστικά προς ψήφιση στη Bουλή νομοσχέδιο με νέες αρνητικές ρυθμίσεις που πλήττουν βάναυσα τη Δημόσια Εκπαίδευση. Προχωρά στην εξίσωση των πανεπιστημιακών πτυχίων με αυτά των ιδιωτικών κολεγίων.
Η διάταξη αυτή ταυτίζει επαγγελματικά δικαιώματα με ακαδημαϊκά προσόντα και καταργεί στην ουσία τον υπεύθυνο για την ακαδημαϊκή ισοτιμία φορέα που είναι ο ΔΟΑΤΑΠ.
Στα βήματα προηγούμενων αντιεκπαιδευτικών μέτρων, τα πτυχία των ιδιωτικών κολλεγίων, που με τον ν.4635/30.10.2019 διαθέτουν πλέον επαγγελματική ισοτιμία με τα πτυχία των ελληνικών ΑΕΙ, θα θεωρούνται και τυπικό προσόν μόνιμου διορισμού και πρόσληψης αναπληρωτών. Η κυβέρνηση παρακάμπτει πλαγίως το άρθρο 16 που δεν μπορεί να αλλάξει με συνταγματική αναθεώρηση.
Η Ν.Δ αλλάζει τον καταστατικό χάρτη της εκπαίδευσης για να αποδώσει νέο πεδίο κερδοσκοπίας στην αγορά. Ενισχύει την ιδιωτική εκπαίδευση, επιχειρηματίες και σχολάρχες, εμπορευματοποιεί τα πτυχία, κατασυκοφαντεί κι επιτίθεται ποικιλοτρόπως στη δημόσια εκπαίδευση και με κάθε ευκαιρία. Η χρηματοδότησή της μειώνεται στον προϋπολογισμό του 2020, σχολεία παραμένουν χωρίς εκπαιδευτικούς και φαντάροι διδάσκουν πληροφορική στην Κάσο.
Η ΟΛΜΕ καλεί τις άλλες εκπαιδευτικές ομοσπονδίες, τους φοιτητικούς συλλόγους, την ΠΟΣΔΕΠ αλλά και όλους τους φορείς και τους πολίτες να αντιδράσουν άμεσα ώστε να αποτραπεί η ψήφιση αυτού του απαράδεκτου νομοσχεδίου»
Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΟΕ (δάσκαλοι)
«Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε., έπειτα και από τη συνάντηση που είχε με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, η οποία δεν επέφερε καμία θετική μεταβολή στο αρνητικό κλίμα που δημιούργησε η αιφνιδιαστική κατάθεση ρυθμίσεων που αφορούν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση στο υπό ψήφιση σχέδιο νόμου «ΕΘ.Α.Α.Ε., Ειδικοί λογαριασμοί κονδυλίων έρευνας Α.Ε.Ι., Ερευνητικών και Τεχνολογικών φορέων και άλλες διατάξεις», δίχως, μάλιστα, καμία προηγούμενη διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης και διαλόγου, προχωρά από κοινού με τις άλλες εκπαιδευτικές ομοσπονδίες, Ο.Λ.Μ.Ε. και Ο.Ι.Ε.Λ.Ε. στην πραγματοποίηση αγωνιστικής κινητοποίησης την Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2020, ημέρα ψήφισης του σχεδίου νόμου, εκφράζοντας την έντονη διαμαρτυρία των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης τόσο για τον απαξιωτικό για το δημόσιο διάλογο τρόπο με τον οποίο το Υπουργείο προχωρά σε ρυθμίσεις που αλλάζουν δραματικά το τοπίο στη δημόσια εκπαίδευση, όσο (και κυρίως γι’ αυτό) για τον πυρήνα των ρυθμίσεων αυτών.
Η κυβέρνηση (με το άρθρο 50 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου και σε συνέχεια ανάλογων νομοθετικών ρυθμίσεων προηγούμενων ετών και κυρίως του ν.4635/ 30-10-2019 «Επενδύω στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις»), με πρόσχημα την ανάγκη προσαρμογής της Ελλάδας στην κοινοτική οδηγία 2005/36 (με επιλεκτική ευαισθησία ως προς την προσαρμογή στο κοινοτικό δίκαιο, αφού δεν την επιδεικνύει και για την οδηγία 70 του 1999 που θα οδηγούσε σε εξίσωση δικαιωμάτων μονίμων-αναπληρωτών και θα άνοιγε την πόρτα στην πραγματοποίηση όλων των διορισμών μόνιμων εκπαιδευτικών που έχει ανάγκη η εκπαίδευση) προχωρά στην ολέθρια για τη δημόσια εκπαίδευση κίνηση υποβάθμισης του κύρους των πανεπιστημιακών πτυχίων και την εξίσωσή τους με τους τίτλους κολλεγίων. Είναι τραγικό να ανοίγει ο δρόμος για την είσοδο στην εκπαίδευση των αποφοίτων μεταδευτεροβάθμιων σχολών (κολλέγια) την ίδια στιγμή που από την προκήρυξη της ειδικής αγωγής και από ότι φαίνεται και της γενικής αποκλείστηκαν οι συνάδελφοί μας απόφοιτοι των 2ετών Παιδαγωγικών Ακαδημιών και Σχολών Νηπιαγωγών οι οποίοι, όχι με δική τους υπαιτιότητα αλλά της πολιτείας, δεν κατέχουν τίτλο εξομοίωσης. Αποκλείονται, δηλαδή, εκπαιδευτικοί οι οποίοι διαθέτουν και τα ακαδημαϊκά προσόντα και την παιδαγωγική επάρκεια και εργάζονται ήδη ως αναπληρωτές στη δημόσια εκπαίδευση ενώ πολλοί από αυτούς έχουν ήδη δώσει επιτυχημένες εξετάσεις σε διαγωνισμούς του Α.Σ.Ε.Π.
Η εξίσωση αυτή των τίτλων των κολλεγίων με τους τίτλους Ανώτατης Εκπαίδευσης δεν αποτελεί υποχρέωση προσαρμογής της Ελλάδας στην κοινοτική οδηγία, αφού η σχετική ειδοποιητική επιστολή της Ε.Ε. αναφέρεται κυρίως στις χρονοβόρες διαδικασίες του ΔΟΑΤΑΠ, αλλά πολιτική απόφαση που εκχωρεί σημαντικό κομμάτι των αρμοδιοτήτων της χώρας που ουδέποτε εκχωρήθηκαν ούτε καν με τη συνθήκη της Λισσαβόνας.
Ως Διδασκαλική Ομοσπονδία είναι σαφές ότι δεν δεχόμαστε σε καμία περίπτωση και θα αντιπαλέψουμε σθεναρά την υποβάθμιση του κύρους των πανεπιστημιακών πτυχίων.
Δεν δεχόμαστε, επίσης, τις τιμωρητικές διατάξεις που εισάγονται με το άρθρο 58 για τον τριετή αποκλεισμό από τους διορισμούς στους εκπαιδευτικούς που παραιτούνται ή δεν αναλαμβάνουν υπηρεσία. Όταν δεν έχουν πραγματοποιηθεί διορισμοί μόνιμων εκπαιδευτικών τα τελευταία δέκα χρόνια, για να αρνηθεί ένας εκπαιδευτικός, που επί σειρά ετών καταταλαιπωρείται ως αναπληρωτής, διορισμό, είναι προφανές ότι θα έχει πάρα πολύ σοβαρούς λόγους ώστε να το πράξει. Κι έρχεται η πολιτεία, που για χρόνια τον τιμωρεί με αδιοριστία και τον τιμωρεί ξανά με τριετή αποκλεισμό του από τους πίνακες, τόσο της γενικής όσο και της ειδικής αγωγής.
Είναι, επίσης, φανερό ότι η ρύθμιση αυτή θα οδηγήσει σε ανάλογη τιμωρία και για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς οι οποίοι έχουν ήδη τύχει της απαξίωσης της προϋπηρεσίας τους, από την προηγούμενη κυβέρνηση, με τον νόμο 4589/19 και καλούνται να προσφέρουν υπηρεσίες σε απομακρυσμένες περιοχές πληρώνοντας παράλογα ενοίκια και με υψηλό κόστος μετακινήσεων. Ως κλάδος είχαμε πετύχει την απάλειψη των τιμωρητικών διατάξεων στο παρελθόν. Θα είναι ολέθριο αν συμβεί κάτι τέτοιο, όταν αυτό που πρέπει να γίνει είναι το να δοθούν κίνητρα ώστε να υπηρετούν οι εκπαιδευτικοί σε δυσπρόσιτες περιοχές (κάτι που η υφυπουργός ανέφερε στη συνάντησή μας ότι θα γίνει) και να αλλάξει ο νόμος για διορισμούς και προσλήψεις, που έχουμε καταδικάσει, με υιοθέτηση του κυρίαρχου αιτήματος του κλάδου για τον μόνιμο διορισμό όλων των εκπαιδευτικών που έχει ανάγκη η δημόσια εκπαίδευση (με βάση τις θέσεις του κλάδου για τη δομή της ) με την αναγνώριση του συνόλου της προϋπηρεσίας των αναπληρωτών εκπαιδευτικών (κυρίαρχο κριτήριο η προϋπηρεσία).
Πέρα, όμως, από τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις η ανάγκη για την αλλαγή του τοπίου στη δημόσια εκπαίδευση με βάση τις θέσεις μας (μόνιμος διορισμός όλων των εκπαιδευτικών που έχει ανάγκη η δημόσια εκπαίδευση με βάση τις θέσεις του κλάδου για την εκπαίδευση, εξίσωση των δικαιωμάτων των αναπληρωτών με των μόνιμων εκπαιδευτικών, χρηματοδότηση και κτηριακές υποδομές που θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες των μαθητών, καθολική εφαρμογή της δίχρονης υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής και εκπαίδευσης, καμία τιμωρητική αξιολόγηση-χειραγώγηση για την οποία συνεχώς γίνεται λόγος από τον πρόεδρο του Ι.Ε.Π., επαναφορά της 35ετίας στις συντάξεις των εκπαιδευτικών, επιμόρφωση, μισθολογική αναβάθμιση…) μας οδηγούν στο πρώτο βήμα αντίδρασης που θα είναι η πραγματοποίηση συγκέντρωσης διαμαρτυρίας από κοινού με την Ο.Λ.Μ.Ε. και την Ο.Ι.Ε.Λ.Ε. την Τρίτη 21 Ιανουαρίου και ώρα 12.30 στα Προπύλαια με πορεία στη συνέχεια προς τη Βουλή».
Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΟΙΕΛΕ (Ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί)
«Με ιδιαίτερη ανησυχία και προβληματισμό, αλλά χωρίς καμιά έκπληξη η ΟΙΕΛΕ παρακολουθεί το ξεδίπλωμα της πολιτικής της κυβέρνησης και του Υπουργείου Παιδείας για την εκπαίδευση με αιχμή του δόρατος την επικείμενη ψήφιση της διάταξης για τα Κολλέγια και την ταυτόχρονη (διόλου συμπτωματική) περικοπή χρηματοδότησης του δημόσιου πανεπιστημίου με πρόσχημα την αξιολόγηση.
Το έργο το έχουμε ξαναδεί σε πιο πρωτόγονη μορφή το 2014. Ο τότε Υπουργός Παιδείας και «ευεργέτης» των επιχειρηματιών στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης Κ. Αρβανιτόπουλος κατάργησε 50 περίπου ειδικότητες από τη δημόσια τεχνική εκπαίδευση και την ίδια ημέρα της νομοθέτησης, σε ένα ρεσιτάλ κυνικότητας, εγκαινίασε στον Πειραιά ιδιωτικό όμιλο που θα παρείχε ακριβώς τις ίδιες καταργηθείσες ειδικότητες!
Σήμερα, όμως, επιχειρείται μια ακόμη πιο βαθιά τομή στην εκπαίδευση που θα έχει πρωτοφανείς, οδυνηρές συνέπειες κυρίως για τους μη προνομιούχους. Δεν θα πρέπει όμως ο κόσμος της εκπαίδευσης να δει την εμπορευματοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης αποκομμένα από το νεοφιλελεύθερο σχέδιο για την Παιδεία που σταδιακά αποκαλύπτεται. Η ρητορική για την «ελευθερία» και «αυτονομία» των ιδιωτικών σχολείων που το τελευταίο διάστημα εξαπολύεται από την Υπουργό Παιδείας και τους σχολάρχες είναι το προοίμιο της ψήφισης νομοθετικών ρυθμίσεων για την πλήρη απορρύθμιση του χώρου της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Είναι πλέον σαφές Το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, από την πρωτοβάθμια έως και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο. Η ΟΙΕΛΕ (μαζί με το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ) είχαν από το 2011 προειδοποιήσει την κοινωνία και την εκπαιδευτική κοινότητα για τα σχέδια των σχολαρχών και εν γένει των επιχειρηματιών της εκπαίδευσης από το προνήπιο μέχρι τα Κολλέγια και τη μη τυπική εκπαίδευση για την προσπάθειά τους να παύσει ο έλεγχος του κράτους στην ιδιωτική εκπαίδευση και να επιβληθεί ο θεσμός των vouchers. Το 2014 προσέφυγε στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την έκδοση χιλιάδων παράνομων τίτλων σπουδών από παρόχους ιδιωτικής εκπαίδευσης. Επίσης, από το 2017 έχει προκαλέσει συναντήσεις με τις εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες ΔΟΕ και ΟΛΜΕ κρούοντας τον κίνδυνο για την εμπορευματοποίηση του εκπαιδευτικού αγαθού.
Η δική μας πρόταση, που έχουμε καταθέσει στο δημόσιο διάλογο, είναι σαφής. Το κίνημα της εκπαίδευσης έχει το ιστορικό χρέος να υπερασπιστεί το δημόσιο αγαθό της εκπαίδευσης και την ισότιμη πρόσβαση όλων των παιδιών, ανεξαρτήτως κοινωνικής και οικονομικής προέλευσης, στην ανώτατη εκπαίδευση και στην εργασία. Οφείλει να ενημερώσει, με όσα μέσα διαθέτει, την ελληνική κοινωνία για όσα δεινά θα προκαλέσει η εφαρμογή των άγριων αυτών αντικοινωνικών και αντιεπιστημονικών αλλαγών στην εκπαίδευση. Τέλος, θα πρέπει να οργανώσει τον αγώνα του, διότι εδώ δεν πρόκειται για μια ακόμη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, αλλά για τη μητέρα των μαχών με έπαθλο τη δημόσια εκπαίδευση, την ψυχή της κοινωνίας».