Ο κ. Γαβρόγλου μπροστά στην αξιολόγηση
Τα βασικά σημεία της εισήγησης του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής
Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών μονάδων ήταν πάντα ακανθώδες θέμα για τους εκάστοτε υπουργούς Παιδείας, και γι’ αυτό αποτελεί από τις δυσκολότερες στιγμές της θητείας του Κωνσταντίνου Γαβρόγλου
Ισως αυτή να είναι από τις δυσκολότερες στιγμές της θητείας του υπουργού Παιδείας Κωνσταντίνου Γαβρόγλου. Αν για όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών ήταν ένα σημείο τριβής, για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το «αγκάθι» είναι ακόμη μεγαλύτερο.
Το μνημόνιο που έχει υπογράψει, προβλέπει την υποχρεωτική ετήσια επαναλαμβανόμενη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, σύμφωνα με το γενικό σύστημα αξιολόγησης της δημόσιας διοίκησης, όμως κάτι τέτοιο η κυβέρνηση δεν το θέλει και προσπαθεί να το αποφύγει.
Ο κ. Γαβρόγλου είχε δώσει εντολή και παρέλαβε πρόσφατα την εισήγηση της επιτροπής του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) για την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων. Η εισήγηση, τις επόμενες μέρες, θα δοθεί για διαβούλευση προκειμένου να τοποθετηθούν και οι ομοσπονδίες δασκάλων (ΔΟΕ) και καθηγητών (ΟΛΜΕ).
Η επιτροπή του ΙΕΠ αποτελείται από επτά μέλη (Γεωργία Φέρμελη, Ασπασία Οικονόμου, Αναστασία Κότσιρα, Ιωάννα Παπαστάμου, Μαρία Νίκα, Παύλος Χαραμής, Ιωάννης Ρουσσάκης) και ορίστηκε τον Ιανουάριο του 2017, με σκοπό να καταθέσει εισηγήσεις-προτάσεις προκειμένου να θεσμοθετηθεί: α) Η αξιολόγηση εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων, β) η αξιολόγηση των 20.000 στελεχών της εκπαίδευσης. Το β' σκέλος, η εισήγηση δηλαδή για την αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Τα σημεία «πολέμου»
«Το Βήμα της Κυριακής» δημοσιεύει τα βασικά σημεία της εισήγησης του ΙΕΠ που έχει παραδοθεί στον υπουργό Παιδείας για την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων.
Η επιτροπή προτείνει ένα σχέδιο αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, χωρίς καμία απολύτως εξωτερική παρέμβαση. Θα είναι μία εσωτερική, ενδοσχολική διαδικασία, την ευθύνη της οποίας θα έχει ο Σύλλογος Διδασκόντων σε κάθε σχολική μονάδα.
Ενα σημείο που θα προκαλέσει αντιδράσεις: Η επιτροπή προτείνει ο Σύλλογος Διδασκόντων να αποφασίζει εάν θέλει να ανακοινώνει, μέσω της ιστοσελίδας του σχολείου, τα αποτελέσματα της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας.
Γνωρίζοντας τις θέσεις της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ, θεωρείται βέβαιο πως δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή η συγκεκριμένη διάταξη, καθώς θα κριθεί ότι οδηγεί σε κατηγοριοποίηση των σχολείων. Τα «καλά» θα είναι αυτά που θα αναρτούν τα αποτελέσματα και τα «κακά» τα υπόλοιπα σχολεία, που δεν τα αναρτούν. Με το δεδομένο μάλιστα της γεωγραφικής ιδιαιτερότητας (νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές) είναι σαφές ότι αυτό θα λειτουργήσει σε βάρος των απομακρυσμένων σχολείων της χώρας που υστερούν σε υποδομές, εξοπλισμό και ανθρώπινο δυναμικό.
Τι προτείνει η επιτροπή
Σύμφωνα με την πρόταση-εισήγηση της επιτροπής του ΙΕΠ:
¢ Καταργείται όλο το θεσμικό πλαίσιο που έχει φτιαχτεί από προηγούμενες κυβερνήσεις και ισχύει τυπικά σήμερα, δηλαδή ο Ν. 3848 και το Προεδρικό Διάταγμα 152/2013 που προβλέπει εξωτερικούς αξιολογητές.
¢ Προβλέπεται αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας ως διαδικασίας διαπίστωσης της θετικής και της αρνητικής πορείας της, με στόχο τη βελτίωση των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων.
¢ Την ευθύνη της αυτοαξιολόγησης θα έχει αποκλειστικά ο Σύλλογος Διδασκόντων, ο οποίος με την έναρξη κάθε σχολικής χρονιάς θα καθορίζει τους στόχους και τους τρόπους υλοποίησης του εκπαιδευτικού έργου κάθε σχολικής μονάδας.
¢ Στο τέλος της κάθε σχολικής χρονιάς ο Σύλλογος Διδασκόντων θα έχει την ευχέρεια εάν επιθυμεί να δημοσιοποιεί ή όχι τα αποτελέσματα της αυτοαξιολόγησης στην ιστοσελίδα του σχολείου.
Στόχος της αυτοαξιολόγησης, σύμφωνα με την εισήγηση του ΙΕΠ, είναι:
α) Η ανάπτυξη της σχολικής μονάδας και η ενεργοποίηση των μελών της για τη βελτίωση των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων.
β) Η ενίσχυση της αυτονομίας των σχολικών μονάδων σε θέματα που σχετίζονται με το περιεχόμενο της διδακτέας ύλης, τον τρόπο διδασκαλίας και την αξιολόγηση της μαθησιακής προόδου.
γ) Η μέριμνα για τη δικαιότερη κατανομή πόρων ανάμεσα στις σχολικές μονάδες.
δ) Η καταγραφή των σχολικών μονάδων που μειονεκτούν, εξαιτίας ελλείψεων σε εκπαιδευτικό προσωπικό, συνεχών μετακινήσεων των εκπαιδευτικών, ανεπάρκεια σε υποδομές και εξοπλισμό.
Η διαδικασία υλοποίησης
Για την υλοποίηση των παραπάνω στόχων προβλέπεται η εξής διαδικασία:
- Μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου κάθε σχολικού έτους όλες οι σχολικές μονάδες θα καταρτίζουν πρόγραμμα δράσης για τη χρονιά που ξεκινά. Στο πρόγραμμα δράσης θα γίνεται ένας προγραμματισμός, με αναλυτική καταγραφή για:
¢ Την εικόνα της σχολικής μονάδας (διδακτικό δυναμικό, οικονομικοί πόροι, υλικοτεχνική υποδομή).
¢ Τη διοίκηση της σχολικής μονάδας (διαμόρφωση και εφαρμογή σχολικού προγράμματος, συντονισμός σχολικής ζωής, αξιοποίηση πόρων και μέσων).
¢ Την εφαρμογή του προγράμματος χωρίς απώλεια διδακτικών ωρών.
¢ Τις εκπαιδευτικές διαδικασίες και τις όποιες καινοτόμες δράσεις σχεδιάζει να κάνει το σχολείο στη διάρκεια της χρονιάς.
¢ Τα αποτελέσματα της εκπαιδευτικής διαδικασίας που αφορούν τη φοίτηση, την επίδοση, τη μαθητική διαρροή, την ατομική και κοινωνική ανάπτυξη των μαθητών.
¢ Το κλίμα και τις σχέσεις με όλους τους παράγοντες της σχολικής κοινότητας. Κάθε σχολείο θα έχει επίσης τη δυνατότητα να συμπεριλάβει και άλλα πεδία δράσης με τα οποία καταπιάνεται η σχολική κοινότητα.
¢ Στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς θα συντάσσεται μια έκθεση, στην οποία θα περιγράφεται η απόδοση της σχολικής μονάδας στο σύνολό της.
¢ Στην έκθεση, θα διαπιστώνεται εάν επιτεύχθηκαν και σε ποιον βαθμό οι στόχοι που είχαν τεθεί.
¢ Θα καταγράφονται τα θετικά στοιχεία, οι αδυναμίες και τα όποια προβλήματα ή εμπόδια για την υλοποίηση των δράσεων εντοπίστηκαν στη διάρκεια της χρονιάς. Η έκθεση μπορεί να συνοδεύεται και με προτάσεις για την επίλυση των προβλημάτων αναφορικά με την επόμενη σχολική χρονιά.
Οι περιπέτειες των κρίσεων των εκπαιδευτικών
Το θέμα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών ήταν πάντα πονοκέφαλος για όλες τις ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας καθώς προσκρούει στις ομοσπονδίες δασκάλων και καθηγητών.
Στην έκθεση του ΟΟΣΑ του 2011 η Ελλάδα αναφέρεται ως η χώρα «που αντιμετωπίζει μείζονα πρόκληση στη δημιουργία μιας κουλτούρας αξιολόγησης, καθώς ιστορικά επικρατεί κλίμα δυσπιστίας ως προς τις εξωτερικές αξιολογήσεις, ειδικότερα όσον αφορά το επάγγελμα του εκπαιδευτικού».
Από το 1982 που καταργήθηκε νομοθετικά από το υπουργείο Παιδείας ο αναχρονιστικός θεσμός του επιθεωρητή, η πολιτεία αναζητεί έναν τρόπο όχι μόνο να προσδιορίσει αλλά κυρίως να νομιμοποιήσει τη διαδικασία της αξιολόγησης.
Αυτός ο τρόπος εντοπίστηκε μέσα στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού έργου που παράγεται τόσο σε επίπεδο τάξης όσο και σε επίπεδο σχολικής μονάδας.
Με τον όρο «αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου» λοιπόν περιγράφεται από εδώ και στο εξής η αξιολόγηση και έτσι τη συναντάμε στα Προεδρικά Διατάγματα που προέβλεπε ο κομβικός για την εκπαίδευση Νόμος 1566/85.
Γίνεται πλέον σαφές ότι η αξιολόγηση δεν μπορεί να είναι απλά μια διαδικασία ελεγκτικού και διαπιστωτικού χαρακτήρα. Πρέπει να ανατροφοδοτεί τη διδακτική πράξη και να είναι το μέσο που θα διασφαλίζει σε όλους τους μαθητές ισότιμη πρόσβαση στην εκπαιδευτική διαδικασία και ίσες ευκαιρίες πρόσβασης.
Σε αυτό το πνεύμα κινήθηκε και η υπουργική απόφαση 1938/98 (επί θητείας Γερ. Αρσένη) που προέβλεπε ότι η αξιολόγηση είναι η συνεχής βελτίωση της παιδαγωγικής επικοινωνίας και σχέσης με τους μαθητές. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή: «Με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου επιδιώκεται η συνεχής βελτίωση της διδακτικής πρακτικής μέσα στην τάξη, η ποιοτική ανάπτυξη της σχολικής ζωής, η επιτάχυνση της υλοποίησης του εκπαιδευτικού προγράμματος, η άμβλυνση των ανισοτήτων λειτουργίας μεταξύ των διαφόρων σχολικών μονάδων, η μείωση της γραφειοκρατικής διαδικασίας, η ταχύτερη μετάδοση των πληροφοριών, η αρτιότερη διοίκηση και λειτουργία του σχολείου».