ΤΟ ΣΤΕ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΕΙ ΤΙΣ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΕΣ ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ

Χωρίς ασπίδα προστασίας τα εφάπαξ

Οριστικές οι μειώσεις κατά 35% για χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους. Εκτεθειμένες σε αναδρομικές μειώσεις όλες οι εκκρεμείς αιτήσεις

<p>Η απόφαση του ΣτΕ βάζει «φρένο» στις αξιώσεις χιλιάδων ασφαλισμένων που θα εισπράξουν και με δικαστική βούλα συρρικνωμένο εφάπαξ</p>

«Κουτσουρεμένα» εφάπαξ θα εισπράξουν οριστικά εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι (και όχι μόνο), καθώς η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε συνταγματικά ανεκτό το γενναίο «κούρεμα» (πάνω από 35%) που επέφεραν οι νόμοι 4024/11 και 4093/12, αλλά και την αναδρομική εφαρμογή τους. Αυτό σημαίνει ότι το «ψαλίδισμα» του εφάπαξ ισχύει και για όσους μετά τη συνταξιοδότησή τους λόγω της καθυστέρησης καταβολής για 2-3 χρόνια, τους πρόλαβαν οι νομοθετικές περικοπές.

Η συνταγματική ανοχή του ΣτΕ απέναντι στις μειώσεις των εφάπαξ στηρίζεται σε λόγους δημοσίου συμφέροντος εξαιτίας της μεγάλης δημοσιονομικής κρίσης, των τεράστιων ελλειμμάτων των Ταμείων, της ανάγκης να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά τους, αλλά και να εξορθολογιστεί η δαπάνη στη λογική της ανταποδοτικότητας, καθώς τις περισσότερες φορές το ύψος του εφάπαξ ήταν σαφώς μεγαλύτερο από εκείνο που αναλογεί στις καταβληθείσες εισφορές.

Στο πλαίσιο «πιλοτικής δίκης» (που δίνει κατευθυντήρια γραμμή σε χιλιάδες εκκρεμείς δίκες), το ΣτΕ «έκλεισε την πόρτα» σε περίπου 600 συνταξιούχους που είχαν προσφύγει (ή παρέμβει στην «πιλοτική» συζήτηση) κατά του μειωμένου κατά 37,67% εφάπαξ που υπολόγισε το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ), ενώ απέρριψε και την παρέμβαση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτικών Συνταξιούχων (ΠΟΠΣ). Ετσι μπαίνει «φρένο» στις αξιώσεις χιλιάδων ακόμα ασφαλισμένων που θα εισπράξουν και με «δικαστική βούλα» συρρικνωμένο εφάπαξ και οι οποίοι θα πρέπει να γνωρίζουν ότι κάθε καθυστέρηση καταβολής του από τα Ταμεία θα λειτουργεί σε βάρος τους, αφού θα εφαρμόζεται και σε αυτούς κάθε νεότερη περικοπή που τυχόν προκύψει εν αναμονή της είσπραξης (τουλάχιστον 2-3 χρόνια μετά τη συνταξιοδότηση).

Η δικαστική απόφαση (734/16) απέκρουσε, κατά πλειοψηφία, τις αιτιάσεις των συνταξιούχων ότι οι περικοπές (και μάλιστα αναδρομικές) του εφάπαξ παραβιάζουν διατάξεις του Συντάγματος και διεθνών συμβάσεων που κατοχυρώνουν την κοινωνική ασφάλιση, την ισότητα στα δημόσια βάρη, την αρχή της αναλογικότητας και της εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος, τον σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια σε συνάρτηση με το επίπεδο διαβίωσης κ.λπ.

Αίσθηση προκαλεί, πάντως, η θεμελίωση της αντισυνταγματικότητας των περικοπών από μειοψηφία 9 δικαστών που επισημαίνουν ότι η εξυπηρέτηση της βιωσιμότητας με μελέτες και η στάθμιση των συνολικών επιβαρύνσεων των πολιτών και από άλλα μέτρα (φορολογικά κ.λπ.) «πρέπει να γίνεται υπό την ευθύνη του ελληνικού κράτους και όχι καθ' υπαγόρευση από παράγοντες εξωγενείς, οι οποίοι ούτε είναι δυνατόν να γνωρίζουν τις συγκεκριμένες συνθήκες ούτε είναι βέβαιο ότι θα επιδιώξουν τους ίδιους σκοπούς»...

Αντίστοιχη αίσθηση δημιουργούν οι επισημάνσεις της μειοψηφίας (υπό τον επίτιμο πρόεδρο Σ. Ρίζο μέχρι την πάρεδρο Τ. Βαρουφάκη, αδελφή του τ. υπουργού) ότι ο ανταποδοτικός χαρακτήρας των εισφορών χάθηκε με πράξεις του ίδιου του νομοθέτη, που συνέβαλε αποφασιστικά στην ελλειμματικότητα του Ταμείου. Παράλληλα επικρίνουν τις αιτιολογικές εκθέσεις των επίμαχων νομοθετημάτων, «γιατί προσπαθούν να επιρρίψουν τα βάρη των σφαλμάτων του κράτους στους ασφαλισμένους γενικά και μάλιστα σε μια γενιά που εξέρχεται του εργασιακού βίου την περίοδο της κρίσης, κατά παράβαση της αρχής της ισότητας και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης».

Εντυπωσιακές είναι και οι παραδοχές που γίνονται μέσα από υπομνήματα προς το ΣτΕ. Το Ταμείο εξηγεί τη δυσχερή θέση και τα ελλείμματά του, αφού περιορίστηκε και καταργήθηκε (το 1994) η κρατική ενίσχυση, ενώ επιβαρύνθηκε με τεράστια κονδύλια από μονιμοποιήσεις χιλιάδων συμβασιούχων με νόμους του 1984, 1986, 1994 στους οποίους χορηγήθηκε πλήρες εφάπαξ για το σύνολο της υπηρεσίας τους στο Δημόσιο, αφού απέκτησαν δικαίωμα προσμέτρησης όλης της προϋπηρεσίας. Επίσης επιβαρύνθηκε με την υπαγωγή το 1988 εργαζομένων σε νοσηλευτικά ιδρύματα που εντάχθηκαν στο ΕΣΥ, καταβάλλοντας παροχές για όλο τον χρόνο υπηρεσίας τους χωρίς ουσιαστική συμμετοχή τους στην ασφάλιση, αλλά και με δαπάνες που αντιστοιχούσαν σε αναδρομικές αυξήσεις των δικαστών, από τις οποίες εισέπραξε μόνο το 41,5% των αντίστοιχων εισφορών. Κατά τη Διοίκηση, οι συνολικές αυτές επιβαρύνσεις ανήλθαν σε 640 εκ. € και αποτελούν καταστρατήγηση του ανταποδοτικού χαρακτήρα του Ταμείου.

Στην περίπτωση της «πιλοτικής δίκης», μια εκπαιδευτικός που συνταξιοδοτήθηκε τον Αύγουστο του 2010 έπειτα από περίπου 29ετή υπηρεσία, προσέφυγε στα διοικητικά δικαστήρια, γιατί εισέπραξε σχεδόν με 3ετή καθυστέρηση (τον Ιούνιο του 2013) εφάπαξ 31.268 ευρώ, μειωμένο κατά 16.302€ αφού στο μεταξύ μεσολάβησαν οι νόμοι των περικοπών, τους οποίους και εφάρμοσε το Ταμείο αναδρομικά, ενώ εκείνη προσδοκούσε να εισπράξει πλήρες εφάπαξ. Οι υπόλοιποι συνταξιούχοι που παρενέβησαν, ζητούσαν ακόμα μεγαλύτερες διαφορές έως και 40.000€. Το ΣτΕ δέχθηκε ότι τα μειωμένα εφάπαξ δεν παραβίαζαν την ανταποδοτικότητα με βάση τις καταβληθείσες εισφορές.

Κρίνοντας συνταγματικές τις μειώσεις και αναδρομικά, το ΣτΕ απέκρουσε και την αξίωση αποζημίωσης, λόγω ηθικής βλάβης (συνήθως ζητούνται ποσά 5.000-10.000€) για την αγωνία, την ταλαιπωρία, τη στενοχώρια εξαιτίας της καθυστερημένης και μειωμένης καταβολής του εφάπαξ.

Μοναδική ελπίδα για τους συνταξιούχους απομένει το ενδεχόμενο κάποιο άλλο ανώτατο δικαστήριο (π.χ. το Ελεγκτικό Συνέδριο) να θέσει στο μέλλον ζήτημα αντισυνταγματικότητας των «κουρεμένων» εφάπαξ, μήπως και παραπεμφθεί το θέμα για οριστική επίλυση στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.

Η πλειοψηφία του ΣτΕ επισημαίνει τη δυνατότητα του κράτους να προβαίνει σε μειώσεις για να εξυπηρετηθεί το δημόσιο συμφέρον σε περιόδους κρίσης, συνεκτιμώντας τις εκάστοτε κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και φροντίζοντας να διασφαλίζεται η αρχή της ισότητας και να μη θίγεται η αξιοπρεπής διαβίωση. Παράλληλα επισημαίνει τον οριακό δικαστικό έλεγχο απέναντι σε τέτοιες πολιτικές επιλογές, σε περίπτωση εξαιρετικά δυσμενών οικονομικών συνθηκών, ενώ αναφέρεται και σε αντίστοιχη νομολογία του Ευρωδικαστηρίου.

Αίσθηση προκαλεί, τέλος, η αναφορά (στην πολυσέλιδη απόφαση) αποσπασμάτων των αιτιολογικών εκθέσεων και της πλήρους αποτυχίας των προβλέψεων για τα αποτελέσματα των κατά καιρούς μέτρων, καθώς «έδιναν» ανεργία μόλις 13,6% για το 2015, οριστική εξασφάλιση της βιωσιμότητας των Ταμείων με τη 2η δέσμη μέτρων, μηδενικές μειώσεις του εφάπαξ μετά το 2013...

ΡΕΠΟΡΤΑZ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ