Εκτύπωση

Να μη γίνουν τα παιδιά μας πρωταγωνιστές... ριάλιτι

Πέραν κάθε λογικής κινείται η νομοθετική ρύθμιση της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως για τη βιντεοσκόπηση της διδασκαλίας στα σχολεία με πρόσχημα τις έκτακτες συνθήκες της πανδημίας και την εξ αποστάσεως παρακολούθηση μαθημάτων ● Εντονες οι αντιδράσεις γονέων, εκπαιδευτικών και κομμάτων, η ΟΛΜΕ καλεί τους δασκάλους να αντισταθούν και προειδοποιεί με προσφυγή στη Δικαιοσύνη.

 

Η κυβέρνηση εκμεταλλευόμενη την πανδημία φέρνει συνεχώς σκληρά νεοφιλελεύθερα μέτρα. Αυτή τη φορά ξεπέρασε κάθε προηγούμενο: μέσα στο αντιμεταναστευτικό νομοσχέδιο των μυστικών κονδυλίων και της αδιαφάνειας έφερε τροπολογία για την εκπαίδευση, καθιστώντας τη σχολική αίθουσα και το μάθημα διάφανα στα μάτια όλων!

Επικαλούμενη τις έκτακτες συνθήκες της πανδημίας, η Νίκη Κεραμέως υποστήριξε τη ρύθμιση λέγοντας ότι η βιντεοσκόπηση θα διευκολύνει τους μαθητές που αδυνατούν να παρακολουθήσουν διά ζώσης το μάθημα, επιτρέποντας έτσι την είσοδο του Μεγάλου Αδελφού στις αίθουσες διδασκαλίας εντός των οποίων βρίσκονται και αναπτύσσονται έφηβοι, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη σχέση μαθητών-συμμαθητών-εκπαιδευτικών, για τα προσωπικά δεδομένα, για την ίδια την ουσία της διδασκαλίας, για ό,τι συμβαίνει μέσα σε μια σχολική τάξη, το οποίο δεν μπορεί να συνιστά θέαμα για κανέναν έξω απ’ αυτήν.

«Η υπουργός αντιμετωπίζει τη σχολική αίθουσα σαν τηλεοπτικό στούντιο, παραβλέποντας ότι εντός των τάξεων παράγεται έργο που ξεπερνάει τα όρια της στεγνής γνώσης. Μαθητές και εκπαιδευτικοί συζητούν, διαφωνούν, μαθαίνουν, κοινωνικοποιούνται. Απαξ και αρχίσει να ρολάρει η κάμερα, τα παραπάνω εξαφανίζονται και απομένει από τη μία η καλουπωμένη γνώση, της οποίας η ουσία θα μεταδίδεται δύσκολα, και από την άλλη η έκθεση της συμπεριφοράς, των ιδιαιτεροτήτων και εν τέλει της ζωής όσων βρίσκονται εντός της τάξης στα μάτια τρίτων.

Το υπουργείο Παιδείας ξαφνικά ανάγει τώρα την παροχή εκπαίδευσης σε “δημόσιο συμφέρον”, την ώρα που στο πρόσφατο νομοσχέδιο προτάσσει την αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη και τη θέσπιση ηλικιακού ορίου για την εγγραφή στα ημερήσια Επαγγελματικά Λύκεια ή που μέχρι και τον Φλεβάρη δεν είχε τοποθετήσει καθηγητές για πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, ενώ απέκλεισε χωρίς δισταγμό μαθητές χαμηλότερων οικονομικών στρωμάτων από την εξ αποστάσεως εκπαίδευση», δηλώνει στην «Εφ.Συν.» εκπαιδευτικός σε ΕΠΑΛ της Αθήνας.

Παρεμπόδιση έκφρασης

Η αιτιολογική έκθεση αναφέρει ότι «με τη θέσπιση της δυνατότητας της απευθείας διδασκαλίας και μετάδοσης μαθήματος σε πραγματικό χρόνο οι μαθητές δεν θα αποξενώνονται από τη μαθησιακή διαδικασία και το αγαθό της γνώσης, αμβλύνοντας έτσι τις δυσμενείς συνέπειες στη διαπαιδαγώγηση και ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους», χωρίς ωστόσο το υπουργείο να λαμβάνει υπόψη ότι η συμμετοχή των μαθητών στο μάθημα αλλά και η συμπεριφορά και η ψυχολογία τους θα επηρεαστούν αρνητικά καθώς οι κάμερες λειτουργούν πειθαρχικά και αυτολογοκριτικά.

Επομένως παρεμποδίζεται η θαρραλέα και ελεύθερη έκφραση των νέων, ενώ η σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή μεταλλάσσεται σε απλή διαχείριση της διδακτικής ώρας με συγκεκριμένους κανόνες και στόχους, η παρέκκλιση από τους οποίους θα κοστίζει σε βαθμούς και μόρια.

Ανησυχία εκφράζουν και οι γονείς των μαθητών, οι οποίοι προτάσσουν έντονα τη διασφάλιση των προσωπικών δεδομένων. «Ξεχνούν ότι εντός των σχολικών τάξεων υπάρχουν και παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες ή προβλήματα συμπεριφοράς τα οποία θα επιδεινωθούν από την παρουσία καμερών. Είναι απαράδεκτο το υπουργείο να μετατρέπει τους μαθητές σε “πρωταγωνιστές ριάλιτι”, φορτώνοντάς τους με το άγχος της καταγραφής που θα έχει αποτέλεσμα να καταστέλλουν τους εαυτούς τους», μας λέει η Ν., μητέρα μαθητή Λυκείου.

Καταπάτηση νομοθεσίας

Νομικό ζήτημα ως προς το θέμα της καταγραφής ήγειρε πρώτη η Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ), η πλειοψηφία της οποίας μάλιστα ελέγχεται από τη ΔΑΚΕ, χαρακτηρίζοντας αντισυνταγματική τη ρύθμιση και ανακοινώνοντας ότι θα κινηθεί νομικά. «Τελευταίο επεισόδιο του αντιδημοκρατικού κατρακυλίσματος της υπουργού είναι η αντισυνταγματική και καθ’ όλα αυθαίρετη, απαράδεκτη και αιφνιδιαστική τροπολογία, με την οποία προσπαθεί να στήσει, εν μέσω πανδημίας, οργουελιανό περιβάλλον στα σχολεία μας, καταπατώντας κάθε ελληνική και διεθνή νομοθεσία περί προστασίας της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων εκπαιδευτικών και μαθητών. [...]

Η διδακτική πράξη δεν είναι μια στατική διαδικασία κατά την οποία ο διδάσκων, ακίνητος σε ένα σημείο, μονολογεί και καταγράφεται από μία κάμερα κινητού τηλεφώνου. Είναι μια ζωντανή διαδικασία αλληλεπίδρασης με τους μαθητές, ένα διαρκές διδακτικό μαθησιακό γίγνεσθαι, μία συμμετο

χική και συλλογική πορεία προς τη μάθηση», αναφέρει η ΟΛΜΕ σε σχετική ανακοίνωση με την οποία καλεί τους εκπαιδευτικούς να μην υλοποιήσουν την απόφαση. Αντίστοιχες ανακοινώσεις εξέδωσαν τόσο η ΔΑΚΕ Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης όσο και η αντίστοιχη παράταξη της Πρωτοβάθμιας, ενώ την αντίθεσή της εκφράζει και η Ανώτατη Συνομοσπονδία Γονέων Ελλάδας.

Εντύπωση προκαλεί η δήλωση της υπουργού ότι η διάταξη συντάχθηκε έπειτα από διαβούλευση με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία βέβαια δεν κατέθεσε τη σχετική γνωμοδότηση παρά το γεγονός ότι της ζητήθηκε από κόμματα της αντιπολίτευσης, προκαλώντας εύλογα αμφιβολίες για το κατά πόσον η νομοθετική πρωτοβουλία έχει νομική βάση. Εντονο προβληματισμό εκφράζει και η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ), υπενθυμίζοντας ότι πριν από τέσσερα χρόνια η ΑΠΔΠΧ με απόφασή της (77/2016) προέβη σε αυστηρή προειδοποίηση προς το Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπου επιχειρήθηκε η μετάδοση μαθημάτων χωρίς τη συναίνεση εκπαιδευτικών και φοιτητών.

Αντιπαράθεση με ΣΥΡΙΖΑ

Οι αντιδράσεις φυσικά δεν περιορίστηκαν μόνο στον εκπαιδευτικό κόσμο. Η πρωτοβουλία της Νίκης Κεραμέως προκάλεσε μετωπική σύγκρουση με την αξιωματική αντιπολίτευση, με τους Νίκο Φίλη και Μερόπη Τζούφη να κάνουν λόγο για «άκρως επικίνδυνη ακροβασία που διαρρηγνύει την παιδαγωγική σχέση εμπιστοσύνης και εμπιστευτικότητας μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών» και που «θέτει μείζονα ζητήματα προστασίας των προσωπικών δεδομένων», ζητώντας την Παρασκευή την απόσυρση της τροπολογίας. Το υπουργείο με μία εριστική απάντηση, που διόλου δεν έμπαινε στην ουσία του θέματο

ς, κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ για λαϊκισμό, για να λάβει την πληρωμένη απάντηση της ΕΠΕΚΕ Παιδείας του κόμματος ότι «οι κάμερες δεν έχουν καμία θέση μέσα στις σχολικές αίθουσες. Δεν πρόκειται για “καινοτομία”, αλλά για ένα βαθιά αντιπαιδαγωγικό μέτρο που δεν εφαρμόζεται σε κανένα σχολείο στον κόσμο».

Πέραν των εκπροσώπων της αξιωματικής αντιπολίτευσης που αντιδρούν στην εφαρμογή της ρύθμισης, και η Χαρά Κεφαλίδου, τομεάρχης Παιδείας & Θρησκευμάτων του Κινήματος Αλλαγής, κάνει λόγο για μία «ιδιαίτερα προβληματική, τόσο επί της ουσίας όσο και επί της διαδικασίας, απόφαση», ενώ η ΚΝΕ ζητάει από την κυβέρνηση να ανακαλέσει την τροπολογία.

Και ενώ η κοινωνία φαίνεται να εναντιώνεται, και ορθώς, στο νέο μέτρο, η κυβέρνηση σε αγαστή συνεργασία με τα φίλια μέσα έχει βάλει μπρος τον μηχανισμό απαξίωσης των εκπαιδευτικών και του δημόσιου αγαθού της Παιδείας, μέσω των ντελάληδων του κοινωνικού αυτοματισμού που υποστηρίζουν ότι «οι εκπαιδευτικοί φοβούνται τις κάμερες γιατί έχουν πολλές αδυναμίες να κρύψουν και γιατί φοβούνται την αξιολόγησή τους», με τους εκπαιδευτικούς να απαντούν: «Σεβόμενοι τη δημοκρατία, το Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις για τα ατομικά δικαιώματα θα προασπιστούμε την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά μας δεδομένα και των μαθητών μας και σε καμία περίπτωση δεν θα επιτρέψουμε τον ευτελισμό της παιδαγωγικής ελευθερίας και τη μετατροπή της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε ριάλιτι».